Δευτέρα, 14 Σεπτεμβρίου 2020Συνεχίζει την ισχυρή πορεία ανάπτυξης ο κλάδος των βιολογικών προϊόντων διατροφής στην Ευρώπη. Η ανάπτυξη αφορά τις πωλήσεις, το μερίδιο των συγκεκριμένων προϊόντων στην αγορά, τις εκτάσεις που διατίθενται για την καλλιέργειά τους, όπως επίσης και τον αριθμό των παραγωγών.
Συγκεκριμένα, στη δεκαετία 2009-’18 η αξία των πωλήσεων στην Ευρώπη έχει υπερδιπλασιαστεί, ενώ η τάση αυτή αναμένεται ότι θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το 2018, η αξία των πωλήσεων στην Ευρώπη αυξήθηκε κατά 7,8% και έφτασε τα 40,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 37,4 δισ. αφορούν στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο ισχυρότερος ρυθμός ανάπτυξης καταγράφηκε στη Γαλλία, με 15,4%.
Πλέον, η ΕΕ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά βιολογικών προϊόντων διατροφής παγκοσμίως, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η αξία των πωλήσεων διαμορφώθηκε το ίδιο έτος στα 40,6 δισ. ευρώ.
Όσον αφορά στην έκταση της γης που διατίθεται για την καλλιέργεια και παραγωγή βιολογικών προϊόντων, αντιστοιχεί στο 3,1% του συνόλου των καλλιεργημένων εκτάσεων για την Ευρώπη και στο 7,7% για την ΕΕ. Εδώ, στην πρώτη θέση βρίσκεται το Λίχτενσταϊν, με μερίδιο 38,5% των εκτάσεών του να αφορούν καλλιέργεια βιολογικών προϊόντων, ακολουθούμενο από την Αυστρία με 24,7%. Σημειώνεται πως το σχετικό ποσοστό είναι διψήφιο σε 10 συνολικά ευρωπαϊκά κράτη.
Οι παραπάνω εκτάσεις αυξήθηκαν το 2018 κατά 8,7% για την Ευρώπη (της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης) και κατά 7,6% στην ΕΕ, με αποτέλεσμα να φτάσει στα 15,6 και 13,8 εκατομμύρια εκτάρια αντιστοίχως (156 και 138 εκατ. στρέμματα). Η Ισπανία είναι η «πρωταθλήτρια» στις εκτάσεις με 2,2 εκατ. εκτάρια, ακολουθούμενη από τη Γαλλία και την Ιταλία, με 2 εκατ. έκαστη. Η Γαλλία εμφάνισε και εδώ εντυπωσιακή ανάπτυξη σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, καθώς πρόσθεσε 290.000 εκτάρια στις καλλιέργειες βιολογικών, μια αύξηση της τάξης του 15%.
Στον κλάδο δραστηριοποιούνται περίπου 420.000 παραγωγοί και επιχειρήσεις (οι 330.000 στην ΕΕ και 80.000 στην Τουρκία), αριθμός αυξημένος επίσης κατά 5,4% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (7,2% στην ΕΕ). Παράλληλα, υπάρχουν σχεδόν 76.000 μικρές και μεγαλύτερες μονάδες επεξεργασίας και 5.800 εισαγωγείς βιολογικών προϊόντων στην Ευρώπη (71.000 και 5.000 αντιστοίχως στην ΕΕ). Η Ιταλία βρίσκεται στην πρώτη θέση από άποψη μονάδων επεξεργασίας με 20.000, ενώ η Γερμανία έχει τους περισσότερους (1.700) εισαγωγείς.
Στους πρωταγωνιστές του κλάδου ανήκουν οι μεγάλες και πιο πλούσιες χώρες της Ευρώπης. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα 33 από τα 37,4 δισ. ευρώ των πωλήσεων στην ΕΕ αντιστοιχούν στη Γερμανία και τη Γαλλία, με πωλήσεις ύψους 11,9 δισ. έκαστη, την Ιταλία με 4,1 δισ. και, τέλος, τις Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο (το 2018 η χώρα ήταν ακόμη μέλος της ΕΕ), με 2,7 δισ. η καθεμία.
Τέλος, από άποψη της κατά κεφαλήν ετήσιας κατανάλωσης βιολογικών προϊόντων διατροφής, ο μέσος όρος στην Ευρώπη το 2018 διαμορφώθηκε στα 50 ευρώ. Στην πρώτη θέση βρίσκονται εδώ Δανοί και Ελβετοί με 312 ευρώ, ενώ ακολουθούν Σουηδοί (264 ευρώ), Γάλλοι (178 ευρώ) και Γερμανοί (144 ευρώ), ενώ οι Βρετανοί βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις με 41 ευρώ.
Οι Δανοί είναι «πρωταθλητές» και στο μερίδιο των βιολογικών προϊόντων στη συνολική αγορά ειδών διατροφής, το οποίο έφτασε το συγκεκριμένο έτος στο 11,5%. Σημειώνεται, επίσης, ότι ειδικά ορισμένα βιολογικά προϊόντα έχουν πολύ μεγαλύτερα μερίδια – με πρώτα τα βιολογικά αυγά, που αντιστοιχούν σε πολλές χώρες στο 30%.
© INTZEIDIS Consulting